Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ, Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Γεννήθηκε στη Χλωρακα από ευσεβείς γονείς πιστούς λάτρεις της Χριστιανοσύνης που κατάφεραν να εμφυτεύσουν στην καρδιά του την ίδια αγάπη. Από μικρός ήθελε να ενδυθεί τα ράσα αφού αγαπούσε τα θεία και συνεπαιρνόταν από τη μυσταγωγία που ένιωθε όποτε από μικρός με τον πατέρα του κάθε Κυριακή πήγαιναν να λειτουργηθούν στην εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοαιματούσας.
Όταν μεγάλωσε έγινε ένας ήρεμος άνθρωπος χαμηλών τόνων που κοίταζε την οικογένεια του και την εργασία του, αλλά που ακόμα είχε μέσα του την επιθυμία της ιεροσύνης. Οι συνθήκες δεν του επέτρεψαν να πραγματοποιήσει αυτό που ήθελε, και όταν τα χρόνια πέρασαν, πήρε απόφαση ότι θα έμενε παντοτινά απλός πολίτης, ένας απλός πιστός Χριστιανός. Παντρεύτηκε και νοικοκυρεύτηκε στη Γεροσκήπου. Έκαμε κάμποσα παιδιά, που για να τα ζήσει έκαμνε διάφορες εργασίες δουλεύοντας σκληρά νύχτα και μέρα, αφοσιωθηκε εξ ολοκλήρου να τα αναγειώσει, να τα μεγαλώσει και να τα μορφώσει. Κάθε Κυριακή τους στοίβαζε όλους, σύζυγο και μωρά μέσα στο μικρό του αυτοκίνητο και πήγαιναν στην εκκλησιά της Παναγίας στη Χλώρακα όπου συναπαντιόνταν όλοι οι στενοί συγγενείς, γονείς, παιδιά και εγγόνια.
Αυτή η κατάσταση η ίδια ακριβώς, διαρκούσε για χρόνια και δεκαετίες, ήταν μια ρουτίνα που δεν θα μπορούσε να την φανταστεί διαφορετικά. Ήταν μια συνήθεια που τον ευχαριστούσε, ήταν με αυτό τον τρόπο που ερχόταν σε άμεση επαφή με το Θεό όπως ο ίδιος πίστευε, έτσι αναπλήρωνε το κενό της μη πραγμάτωσης του ευγενούς ονείρου του. 

Αυτά μου έλεγε ένα βράδυ καθισμένοι στο καφενείο του χωριού, και εγώ τον παρηγορούσα λέγοντας του ότι τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, και αν μέσα του ένιωθε καλός Χριστιανός και ενεργούσε Χριστιανικά, σίγουρα πνευματικά ήταν ανώτερος από πολλούς παπάδες.

Ο καιρός περνούσε, μια άλλη μέρα που συναντηθήκαμε και κάτσαμε να τα πούμε, τον άκουσα ξαφνιασμένος να μου λέει,
-αποφάσισα να πάω παπάς.
Η έκπληξη μου ήταν μεγάλη, δεν πίστευα αυτό που άκουγα, διότι είχε στη ράχη του 50 χρόνια ηλικίας, μεγάλα παιδιά και εγγόνια. Του ζήτησα να μου εξηγήσει γιατι πήρε αυτή την απόφαση, δηλαδή τώρα που ξεκινούσε η τρίτη του ηλικία, αποφάσισε να ιερωθει, να αρχίσει το διάβασμα για να μάθει να λειτουργεί, να ψάλλει και να ιερουργεί.
-Άκουσε μου, μου λέγει. Ήμουν στην εργασία μου και φύλαγα νυχτοφύλακας. Τις πρωινές ώρες περίπου ένα βράδυ, άκουσα πατημασιές να με πλησιάζουν. Υπέθεσα ότι ίσως να ήταν κάποιος κλέφτης, και του φώναξα να σταματήσει.
Αλλά πάλι τα βήματα ακούγονταν και με πλησίαζαν. Για δεύτερη φορά φώναξα σταμάτα, καμία απάντηση πάλι δεν έλαβα. Σήκωσα τον ασύρματο για να καλέσω βοήθεια, και αυτός έδειχνε να μην λειτουργεί.
Ξαφνικά, αντί για κλέφτη, βλέπω μπροστά μου να στεκει μια ανθρώπινη φιγούρα μέσα σε λάμψη φωτός. Όπως τον είδα, δεν φοβήθηκα, γιατι αναγνώρισα στο πρόσωπο του την μορφή του Αγίου Στεφάνου της Λέμπας που απεικονίζεται σε ένα εικόνισμα στο τέμπλο του ιερού στο παλιό ξωκλήσι του. Με ήρεμη φωνή με ρώτησε γιατι φοβάμαι να γίνω παπάς, αφού αυτό είναι το όνειρο της ζωης μου. Χωρίς να συνειδητοποιώ ποιον είχα απέναντι μου, του απάντησα ότι πέρασε ο καιρός και τα χρόνια μου ήταν τόσα πολλά, που δεν θα ήταν συνετή μια τέτοια απόφαση.
Μου είπε να μην φοβάμαι τα χρόνια, και με ρώτησε πόσα χρόνια θέλω ακόμα να ζήσω για να υπηρετήσω τα θεία τα οποία πρεσβεύω.
Γύρισε κα έφυγε, και ενώ έσβηνε το φως που τον περίελουζε, τον άκουσα να με παροτρύνει να γίνω τώρα παπάς, και να κυρηξω σε όλους να μετανοήσουν.
Όταν σε λίγο κατάλαβα ότι έγινε ένα θαύμα και μου φανερώθηκε ο Άγιος Στέφανος, μέσα σε μεγάλη κατάνυξη και δακρυσμένος από χαρά και ευτυχία, σήκωσα τον ασύρματο για να βεβαιωθώ, και τον είδα να είναι σε λειτουργία. Είχε σταματήσει εκείνη την ιερή στιγμή που μου φανερώθηκε ο Άγιος, ήταν απόφαση του Θεού να σιγήσει τόσο όσο να μου μιλήσει ο Άγιος Στέφανος. Τώρα ήταν εντάξει, ήταν ένα σημάδι απόδειξη πώς η Άγια φανέρωση συνέβηκε στην πραγματικότητα και όχι στη φαντασία μου ή στο όνειρο μου. Πήρα την μεγάλη απόφαση τώρα, σ αυτή την ηλικία να ιερωθω, να αρχίσω το διάβασμα για να μάθω να λειτουργώ, να ψάλλω και να ιερουργώ.

Ο ΛΙΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΛΕΜΠΑΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΘΑΥΜΑ

Ο Άγιος Του Θεού Πρωτομάρτυρας Στέφανος να πρεσβεύει για εμάς τους αμαρτωλούς, με την Αγιότητα και τη Μεγάλη του Χάρη  να βοηθά όλο τον κόσμο. Να μην στεναχωριόμαστε για ότι μας συμβαίνει. Είτε αρρώστιες είτε στεναχώριες. Μόνο έτσι αγιαζόμαστε. Όλα έχουν τον λόγο τους…

Αμήν, Μαρκέλλα από Λευκωσία

ΣΕ ΤΡΙΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ, ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΡΚΕΛΛΑ ΙΩΑΝΝΟΥ:

Ήταν 23/12/2017 όταν ο Ιωάννης 50 ετών, είχε λιποθυμικό επεισόδιο ένεκα νεφρικής ανεπάρκειας. Από τους ιατρούς συστήθηκε και ακολουθήθηκε φαρμακευτική αγωγή και παρακολούθηση, αλλά η κατάσταση χειροτέρευε, έτσι άρχισε αιμοκάθαρση, η λεγόμενη περιτοναϊκή κάθαρση.

Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, και ο ασθενής καθώς υποφέροντας ζούσε ένα Γολγοθά που τον κατέθλιβε και τον έκανε να μην έχει πλέον όρεξη να συνεχίσει να ζει, αλλά το χειρότερο μαρτύριο ήταν που έβλεπε την οικογένεια του να συμπάσχει μαζί του, υπέφεραν και αυτοί, και τους έβλεπε πόση στεναχώρια είχαν όσο και αν προσπαθούσαν να το κρύψουν θέλοντας να του δώσουν κουράγιο και ελπίδα.


Ήταν μια νύχτα τέλος του Φθινοπώρου θυμάται η σύζυγος του, στη μέση της νύχτας, της ζήτησε να αλλάξουν πλευρά στο κρεββάτι. Η Μαρκέλλα παραξενεύτηκε καθώς για 25 χρόνια συζυγικού βίου, ήταν η πρώτη φορά, αλλά δεν είπε τίποτα, απλώς του έκανε το χατίρι. -Αργότερα μελετώντας ερμηνείες Πατέρων, αντιλήφθηκε ότι το «εκ δεξιών» στις γραφές, αναφέρεται συνέχεια στο βίο του Αγίου-. 

Το επόμενο πρωί την ρώτησε τι γνωρίζει για τον Άγιο Στέφανο, καθώς ενώ κοιμόταν μια εσωτερική επιθυμία τον ώθησε να αλλάξει πλευρά στο κρεββάτι, και ακολούθως στον ύπνο του άκουσε μια φωνή να ονοματίζει τον Άγιο και να τον ξυπνά. Και στον ξύπνιο του βλέπει απέναντι του, μπροστά στο κρεβάτι, καθισμένο σε καρέκλα της κουζίνας τους, ένα αμούστακο νεαρό με μαύρα μαλλιά πιο πάνω από τον ώμο, να τον κοιτάζει γαλήνια, ήρεμα και επίμονα. Φορούσε κόκκινο ωράριο τη στενόμακρη λωρίδα υφάσματος που φέρουν οι διάκονοι στον αριστερό τους ώμο, και άσπρο στιχάριο, το  μακρύ ποδήρη χιτώνα με τα φαρδιά μανίκια.

Της Μαρκέλλας το μυαλό αμέσως πίστεψε πως ο Άγιος του φανερώθηκε και πως θα έπρεπε να ψάξει το θέμα. Η ίδια είχε επισκεφτεί τη Μονή του Αγίου στη Γεσθημανή και τον τόπο λιθοβολισμού επτά μήνες προηγουμένως. Αμέσως έσκυψε στον υπολογιστή της και διεξοδικά έψαξε στο διαδίχτυο όσες αναφορές υπήρχαν περί του θέματος. Διάβασε ότι ήταν Άγιος προστάτης και θεραπευτής των ασθενών με λιθιάσεις νεφρών, κύστης και χολής, καθώς και του γάμου(στέφανα).

Με ελπίδες αναπτερωμένες φώναξε τον άνδρα της και του έδειξε τη φωτογραφία του Πρωτομάρτυρα. Και γεμάτη χαρά τον άκουσε να αναφωνεί, «Αυτός είναι, Αυτός είναι».

Σίγουροι πλέον ότι ένα θαύμα θα συντελείτο, άρχισαν να ψάχνουν τις εκκλησίες του Αγίου Στεφάνου. Σε όλη την Κύπρο ανακάλυψαν δύο, στην Πάχνα και στη Λέμπα. Επισκέφθηκαν και τις δύο. Στη Λέμπα γνώρισαν τον καλό ιερέα τον Παπάσταυρο ο οποίος τους έταξε μια εικόνα του Πρωτομάρτυρα.

Από εκείνο τον καιρό έχοντας την εικόνα προσκεφάλι ο ασθενής με θάρρος και μια πρωτόγνωρη εσωτερική πνευματική δύναμη, άρχισε να αντιμετωπίζει την ασθένεια με απόλυτη πίστη πως δίπλα του σε όλη τη διαδρομή, είχε τον Άγιο και μαζί βάδισαν τον Γολγοθά. 

Για την Εκκλησία δεν υπάρχει τύχη, το γνώριζαν καλά. Δεν υπάρχει μοίρα, δεν υπάρχει κισμέτ. Σε όλη την αγιογραφική και αγιοπατερική διδασκαλία πουθενά δεν αναφέρεται η πίστη στην τύχη.

Όμως οι συμπτώσεις ήταν πολλές για να τις αγνοήσουν, ώστε απόλυτα σίγουροι πως συνέβαινε ένα θαύμα, τις ακολούθησαν πιστεύοντας πως είσαν όλα του Αγίου που τους έδειχνε ποιο δρόμο να ακολουθήσουν.

 

Όταν ο Παπάσταυρος ήρθε από τη μακρινή Πάφο να φέρει την εικόνα, χωρίς να γνωρίζει το αυτοκίνητο του, -το ραντεβού τους ήταν σε ένα μεγάλο πάρκινγκ της πρωτεύουσας-, ο Ιωάννης στάθμευσε το ποδήλατο του δίπλα του ακριβώς.

Όταν εισήλθε στο νοσοκομείο ο νοσοκόμος που τον φρόντιζε, ονομαζόταν Στέφανος.

Όταν αποφάσισαν να αγιογραφήσουν τον Άγιο, ο Ιωάννης είχε ένα μικρό ατύχημα και η ασφάλεια τον αποζημίωσε το ισόποσο της Αγιογραφίας. Το έμβασμα έγινε κατά θαυμαστό τρόπο την ίδια μέρα με την παράδοση της Αγιογραφίας. 

Και το αντρόγυνο συνέχιζε να μαρτυρεί όλα τα θαυμαστά και τις συμπτώσεις που τους συνέβαιναν. Είσαν σίγουροι πως τίποτα δεν ήταν τυχαίο. Πως ήταν όλα του Αγίου που τους έδειχνε το δρόμο της υπομονής και της εγκαρτέρησης.

Και βλέποντας όλα αυτά και άλλα πολλά, αποφάσισαν να ταξιδεύσουν στη Γεσθημανή, στον τόπο του λιθοβολισμού και να προσκυνήσουν.

Οι συμπτώσεις συνέχιζαν, είσαν απόλυτοι σίγουροι πως τίποτα δεν ήταν τυχαίο.

Οι αεροπορικές πτήσεις για τους Αγίους τόπους καθώς πλήρεις, την τελευταία στιγμή ακυρώθηκαν δύο θέσεις και τις πήραν αυτοί.

Στη Γεσθημανή η Μονή θα ήταν κλειστή γιατί ο Αρχιμανδρίτης θα λειτουργούσε στη Βηθανία, κατά θαυμαστό τρόπο την βρήκαν ανοικτή. Και ο Ιωάννης νιώθοντας ρίγος εισήλθε εντός, και έσκυψε και προσευχήθηκε και προσκύνησε την Άγια εικόνα. Και ώ του θαύματος μια απόλυτη ηρεμία τον κυριάρχησε και ένιωσε τους πόνους που τον ταλαιπωρούσαν να λιγοστεύουν. 

Ο Παπάσταυρος τους είχε ζητήσει να του φέρουν μέρος λίθου από τον πετροβολισμό που φυλάττονταν στους Άγιους τόπους. Έτσι έκαναν διευθετήσεις με τον αρχιμανδρίτη Επιφάνιο να τους παραδώσει ένα λίθο που θα τοποθετείτο προς δόξαν του Αγίου στην ομώνυμη εκκλησία στη Λέμπα. Και ώ του θαύματος και πάλιν, μόλις παρέλαβαν τον λίθο, οι αφόρητοι πόνοι που ταλαιπωρούσαν τον Ιωάννη τον τελευταίο καιρό, όλες οι αγρυπνίες και οι αϋπνίες, όλες οι αγωνίες και το άγχος, με μιας χάθηκαν, έφυγαν, και ένιωσε πως ξαναγεννήθηκε, πως ήταν καλά όπως και πριν.

Με ο λίθο στη βαλίτσα που ως κόρη οφθαλμού πρόσεχαν, στην επιστροφή τους περιμένοντας σειρά να επιβιβαστούν, πίσω τους στεκόταν ένα αγόρι, και πάλι ώ του θαύματος, τι σύμπτωση, άκουσαν την μητέρα του να τον καλεί Στέφανο. Ήταν από τις συμπτώσεις εκείνες τις μικρές, που όμως στο αντρόγυνο δεν φάνηκε τυχαία, αλλά ως καθαρό μήνυμα πως ο Άγιος  συνεχώς ήταν κοντά και τους παραστεκόταν.

Χίλιες δόξες λοιπόν, στον Άγιο που από την πρώτη στιγμή  που τον επικαλέστηκαν η παρουσία του ήταν έντονη και με τις μικρές συμπτώσεις απλώς τους το υπενθύμιζε συνεχώς. 

Όσο να δεήσει ο καιρός για την παράδοση του λίθου στον Παπάσταυρο, χρειάστηκε μια βδομάδα. Έχοντας τόση πίστη μέσα της η Μαρκέλλα, δεν έμεινε άπραχτη, παρα όσους γνωστούς είχε με ασθένειες, τους περιέφερε το λίθο οι οποίοι προσκύνησαν, και μόνο με αυτό, δηλαδή με την τόση πίστη στην καρδιά και αυτοί, ένιωσαν αγαλλίαση, δυνατότεροι, και έτοιμοι με περισσότερο θάρρος να αντιμετωπίσουν το πεπρωμένο τους. 

Υ.Γ.

Και με τις τόσες εμπειρίες η Μαρκέλλα σκεφτόταν τι είναι σωστότερο, ότι η πίστη πηγάζει από το θαύμα, ή το θαύμα από την πίστη.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου